• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

εξώραφος

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Επίθετο
      • 1.2.1 Άλλες μορφές
      • 1.2.2 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο εξώραφος η εξώραφη το εξώραφο
      γενική του εξώραφου της εξώραφης του εξώραφου
    αιτιατική τον εξώραφο την εξώραφη το εξώραφο
     κλητική εξώραφε εξώραφη εξώραφο
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι εξώραφοι οι εξώραφες τα εξώραφα
      γενική των εξώραφων των εξώραφων των εξώραφων
    αιτιατική τους εξώραφους τις εξώραφες τα εξώραφα
     κλητική εξώραφοι εξώραφες εξώραφα
Κατηγορία όπως «όμορφος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία

επεξεργασία
εξώραφος < εξω- + ραφή + -ος

Επίθετο

επεξεργασία

εξώραφος

  1. (ενδυμασία) που έχει εξωτερικές ραφές
  2. (ουσιαστικοποιημένο) εξώραφο

Άλλες μορφές

επεξεργασία
  • ξώραφος

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    εξώραφος
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=εξώραφος&oldid=5472226"
Τελευταία επεξεργασία στις 30 Ιανουαρίου 2022, στις 00:11

Γλώσσες

      Αυτή η σελίδα δεν είναι διαθέσιμη σε άλλες γλώσσες.

      Βικιλεξικό
      • Wikimedia Foundation
      • Powered by MediaWiki
      • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 30 Ιανουαρίου 2022, στις 00:11.
      • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
      • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
      • Σχετικά με Βικιλεξικό
      • Αποποίηση ευθυνών
      • Κώδικας συμπεριφοράς
      • Προγραμματιστές
      • Στατιστικά
      • Δήλωση cookie
      • Όροι χρήσης
      • Επιφάνεια εργασίας