Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
εξωσωματικός
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.3
Πολυλεκτικοί όροι
1.3.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
προσχέδιο λήμματος
: μπορείτε να βοηθήσετε
επεκτείνοντάς το λήμμα
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
εξωσωματικ
ός
η
εξωσωματικ
ή
το
εξωσωματικ
ό
γενική
του
εξωσωματικ
ού
της
εξωσωματικ
ής
του
εξωσωματικ
ού
αιτιατική
τον
εξωσωματικ
ό
την
εξωσωματικ
ή
το
εξωσωματικ
ό
κλητική
εξωσωματικ
έ
εξωσωματικ
ή
εξωσωματικ
ό
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
εξωσωματικ
οί
οι
εξωσωματικ
ές
τα
εξωσωματικ
ά
γενική
των
εξωσωματικ
ών
των
εξωσωματικ
ών
των
εξωσωματικ
ών
αιτιατική
τους
εξωσωματικ
ούς
τις
εξωσωματικ
ές
τα
εξωσωματικ
ά
κλητική
εξωσωματικ
οί
εξωσωματικ
ές
εξωσωματικ
ά
Κατηγορία
όπως «
καλός
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
εξωσωματικός
<
έξω
+
σωματικός
Επίθετο
επεξεργασία
εξωσωματικός
που συμβαίνει έξω από το σώμα
Πολυλεκτικοί όροι
επεξεργασία
εξωσωματική γονιμοποίηση
Μεταφράσεις
επεξεργασία
εξωσωματικός