εξωσωματική γονιμοποίηση
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- εξωσωματική γονιμοποίηση < → δείτε τη λέξη εξωσωματικός και γονιμοποίηση
Πολυλεκτικός όρος
επεξεργασίαεξωσωματική γονιμοποίηση θηλυκό
- η ιατρική διαδικασία της γονιμοποίησης ενός γυναικείου ωαρίου στο εργαστήριο (in vitro), ώστε αργότερα αυτό να εμφυτευτεί στη μήτρα της μητέρας για να συνεχιστεί εκεί η κύηση
Μεταφράσεις
επεξεργασία εξωσωματική γονιμοποίηση