↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο εξωπαρασιτικός η εξωπαρασιτική το εξωπαρασιτικό
      γενική του εξωπαρασιτικού της εξωπαρασιτικής του εξωπαρασιτικού
    αιτιατική τον εξωπαρασιτικό την εξωπαρασιτική το εξωπαρασιτικό
     κλητική εξωπαρασιτικέ εξωπαρασιτική εξωπαρασιτικό
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι εξωπαρασιτικοί οι εξωπαρασιτικές τα εξωπαρασιτικά
      γενική των εξωπαρασιτικών των εξωπαρασιτικών των εξωπαρασιτικών
    αιτιατική τους εξωπαρασιτικούς τις εξωπαρασιτικές τα εξωπαρασιτικά
     κλητική εξωπαρασιτικοί εξωπαρασιτικές εξωπαρασιτικά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

  Ετυμολογία

επεξεργασία
εξωπαρασιτικός < εξωπαράσιτο + -ικός

  Επίθετο

επεξεργασία

εξωπαρασιτικός, -ή, -ό

Αντώνυμα

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία