Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
εξυμνητικός
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Συγγενικά
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
εξυμνητικ
ός
η
εξυμνητικ
ή
το
εξυμνητικ
ό
γενική
του
εξυμνητικ
ού
της
εξυμνητικ
ής
του
εξυμνητικ
ού
αιτιατική
τον
εξυμνητικ
ό
την
εξυμνητικ
ή
το
εξυμνητικ
ό
κλητική
εξυμνητικ
έ
εξυμνητικ
ή
εξυμνητικ
ό
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
εξυμνητικ
οί
οι
εξυμνητικ
ές
τα
εξυμνητικ
ά
γενική
των
εξυμνητικ
ών
των
εξυμνητικ
ών
των
εξυμνητικ
ών
αιτιατική
τους
εξυμνητικ
ούς
τις
εξυμνητικ
ές
τα
εξυμνητικ
ά
κλητική
εξυμνητικ
οί
εξυμνητικ
ές
εξυμνητικ
ά
Κατηγορία
όπως «
καλός
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
εξυμνητικός
<
εξυμνώ
+
-τικός
Επίθετο
επεξεργασία
εξυμνητικός
που έχει
σχέση
με την
εξύμνηση
ή αναφέρεται σ’ αυτή
Συγγενικά
επεξεργασία
→
δείτε
τις λέξεις
εξυμνώ
και
ύμνος
Μεταφράσεις
επεξεργασία
εξυμνητικός