εξαρτησιολόγος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- εξαρτησιολόγος < εξάρτησ(η) + -ο- + -λόγος• Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /e.ksaɾ.ti.si.oˈlo.ɣos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : ε‐ξαρ‐τη‐σι‐ο‐λό‐γος
Ουσιαστικό
επεξεργασίαεξαρτησιολόγος αρσενικό ή θηλυκό
- (ψυχιατρική, επάγγελμα) ειδικός ο οποίος ασχολείται με την εξαρτησιολογία
- ※ Εκπονήθηκαν ομάδες εστίασης στις οποίες συμμετείχαν εξαρτησιολόγοι και εργαζόμενοι στον τομέα της υγείας με σκοπό να ληφθούν πληροφορίες σχετικά με τη χρήση ναρκωτικών και να κατανοηθούν τα εκπαιδευτικά κενά για την πρόληψη και τη θεραπεία των ναρκωτικών.
- ※ Για τον λόγο αυτό είναι σημαντικό στο δημόσιο διάλογο να ακούγονται όσο το δυνατόν, πέρα από τις απόψεις των εξαρτησιολόγων και των γιατρών και τα βιώματα των ανθρώπων που χρησιμοποίησαν ή χρησιμοποιούν την κάνναβη για ιατρικούς λόγους, αναγκαζόμενοι μέχρι σήμερα να παραβιάζουν το νόμο.
- Σωτήρης Λαϊνάς, Περί ιατρικής χρήσης της κάνναβης και άλλων δαιμονίων, tvxs.gr, 21 Νοεμβρίου 2017
- ※ 'Για τις αιτίες και τη θεραπεία των εξαρτήσεων» Απαντώντας στις ερωτήσεις του Αμερικανού εξαρτησιολόγου William L. White.
- Τίτλος βιβλίου του Φοίβου Ζαφειρίδη, εκδόσεις Πεδίο, 2018
Μεταφράσεις
επεξεργασία εξαρτησιολόγος