Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ελληνοτουρκικός
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Συγγενικά
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
ελληνοτουρκικ
ός
η
ελληνοτουρκικ
ή
το
ελληνοτουρκικ
ό
γενική
του
ελληνοτουρκικ
ού
της
ελληνοτουρκικ
ής
του
ελληνοτουρκικ
ού
αιτιατική
τον
ελληνοτουρκικ
ό
την
ελληνοτουρκικ
ή
το
ελληνοτουρκικ
ό
κλητική
ελληνοτουρκικ
έ
ελληνοτουρκικ
ή
ελληνοτουρκικ
ό
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
ελληνοτουρκικ
οί
οι
ελληνοτουρκικ
ές
τα
ελληνοτουρκικ
ά
γενική
των
ελληνοτουρκικ
ών
των
ελληνοτουρκικ
ών
των
ελληνοτουρκικ
ών
αιτιατική
τους
ελληνοτουρκικ
ούς
τις
ελληνοτουρκικ
ές
τα
ελληνοτουρκικ
ά
κλητική
ελληνοτουρκικ
οί
ελληνοτουρκικ
ές
ελληνοτουρκικ
ά
Κατηγορία
όπως «
καλός
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
ελληνοτουρκικός
<
ελληνο-
+
τουρκικός
Επίθετο
επεξεργασία
ελληνοτουρκικός
που αφορά
ελληνικά
και
τουρκικά
ζητήματα ή
Έλληνες
και
Τούρκους
Συγγενικά
επεξεργασία
→
δείτε
τις λέξεις
Έλληνας
και
Τούρκος
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ελληνοτουρκικός
τσεχικά
:
řecko-turecký
(cs)