Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Donate Now
If Wikipedia is useful to you, please give today.
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ελεημονικός
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Άλλες μορφές
1.2.2
Συγγενικά
1.2.3
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
ελεημονικ
ός
η
ελεημονικ
ή
το
ελεημονικ
ό
γενική
του
ελεημονικ
ού
της
ελεημονικ
ής
του
ελεημονικ
ού
αιτιατική
τον
ελεημονικ
ό
την
ελεημονικ
ή
το
ελεημονικ
ό
κλητική
ελεημονικ
έ
ελεημονικ
ή
ελεημονικ
ό
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
ελεημονικ
οί
οι
ελεημονικ
ές
τα
ελεημονικ
ά
γενική
των
ελεημονικ
ών
των
ελεημονικ
ών
των
ελεημονικ
ών
αιτιατική
τους
ελεημονικ
ούς
τις
ελεημονικ
ές
τα
ελεημονικ
ά
κλητική
ελεημονικ
οί
ελεημονικ
ές
ελεημονικ
ά
Κατηγορία
όπως «
καλός
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
ελεημονικός
<
ελληνιστική κοινή
ἐλεημονικός
<
αρχαία ελληνική
ἐλεήμων
Επίθετο
επεξεργασία
ελεημονικός
(
λόγιο
)
που έχει
σχέση
με
ελεήμονα
ή αναφέρεται σ’ αυτόν
Άλλες μορφές
επεξεργασία
ελεημονητικός
Συγγενικά
επεξεργασία
→
δείτε
τις
λέξεις
ελεήμων
και
έλεος
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ελεημονικός