εκφερόμενος
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- εκφερόμενος < εκφέρω(εκφορά) + -όμενος • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Μετοχή επεξεργασία
εκφερόμενος, -η, -ο
- ο απομακρυνόμενος, απομακρυνόμενος ή αποστελλόμενος
- ο λεγόμενος, αυτός που λέγεται
- μεταφερόμενος προς τον τάφο νεκρός, τα μεταφερόμενα λείψανα και η εικόνα Αγίου
Μεταφράσεις επεξεργασία
εκφερόμενος
|