Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
εκτελούμενος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Δείτε επίσης
:
ἐκτελούμενος
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
εκτελούμεν
ος
η
εκτελούμεν
η
το
εκτελούμεν
ο
γενική
του
εκτελούμεν
ου
της
εκτελούμεν
ης
του
εκτελούμεν
ου
αιτιατική
τον
εκτελούμεν
ο
την
εκτελούμεν
η
το
εκτελούμεν
ο
κλητική
εκτελούμεν
ε
εκτελούμεν
η
εκτελούμεν
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
εκτελούμεν
οι
οι
εκτελούμεν
ες
τα
εκτελούμεν
α
γενική
των
εκτελούμεν
ων
των
εκτελούμεν
ων
των
εκτελούμεν
ων
αιτιατική
τους
εκτελούμεν
ους
τις
εκτελούμεν
ες
τα
εκτελούμεν
α
κλητική
εκτελούμεν
οι
εκτελούμεν
ες
εκτελούμεν
α
ομάδα 'εισαγόμενος'
,
Κατηγορία
όπως «
εισαγόμενος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Μετοχή
επεξεργασία
εκτελούμενος, -η, -ο
μετοχή
παθητικού
ενεστώτα
του ρήματος
εκτελώ
: που
εκτελείται