εκκινήσιμος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- εκκινήσιμος < (μεταφραστικό δάνειο) αγγλική bootable
Επίθετο
επεξεργασίαεκκινήσιμος, -η, -ο
- (πληροφορική) συσκευή αποθήκευσης (μαγνητική, οπτική, κλπ.) ή εκκινήσιμο διαμέρισμα (bootable partition) αυτής, από την οποία μπορεί να ξεκινήσει ένα υπολογιστικό σύστημα, συνήθως φορτώνοντας το λειτουργικό σύστημα [1]
Υπώνυμα
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασίαΑναφορές
επεξεργασία- ↑ Ενεργά διαμερίσματα και διαχειριστές εκκίνησης (Active Partitions and Boot Managers). Αρχειοθέτηση 2011-10-15. Πρόσβαση 2021-05-03.