συσκευή αποθήκευσης
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- συσκευή αποθήκευσης < → δείτε τις λέξεις συσκευή και αποθήκευση, (μεταφραστικό δάνειο) αγγλική storage device
Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία
συσκευή αποθήκευσης
- (υλικό υπολογιστή) συσκευή, εσωτερική ή εξωτερική σε ηλεκτρονικό υπολογιστή που χρησιμεύει στην αποθήκευση δεδομένων
Συνώνυμα επεξεργασία
Υπερώνυμα επεξεργασία
Υπώνυμα επεξεργασία
Δείτε επίσης επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
συσκευή αποθήκευσης