bootable partition
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΠολυλεκτικός όρος
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
bootable partition | bootable partitions |
bootable partition (en)
Συνώνυμα
επεξεργασίαΑναφορές
επεξεργασία- ↑ Ενεργά διαμερίσματα και διαχειριστές εκκίνησης (Active Partitions and Boot Managers). Αρχειοθέτηση 2011-10-15. Πρόσβαση 2021-05-03.