εθνοψυχιατρική
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- εθνοψυχιατρική < έθνος + -ο- + ψυχιατρική
Ουσιαστικό
επεξεργασίαεθνοψυχιατρική θηλυκό
- (ψυχιατρική) τομέας της ψυχιατρικής που τις ψυχιατρικές παθήσεις σε σχέση με την εθνότητα των ασθενών
Δείτε επίσης
επεξεργασία- George Devereux στην αγγλική Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις
επεξεργασία εθνοψυχιατρική
|