Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η δομή δεδομένων οι δομές δεδομένων
      γενική της δομής δεδομένων των δομών δεδομένων
    αιτιατική τη δομή δεδομένων τις δομές δεδομένων
     κλητική δομή δεδομένων δομές δεδομένων
Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

δομή δεδομένων < μεταφραστικό δάνειο από την αγγλική data structure → δείτε τις λέξεις δομή και δεδομένα

  Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία

δομή δεδομένων

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία