Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
διχόνοια
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Συνώνυμα
1.2.2
Αντώνυμα
1.2.3
Παροιμίες
1.2.4
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
διχόνοι
α
οι
διχόνοι
ες
γενική
της
διχόνοι
ας
των
διχονοι
ών
αιτιατική
τη
διχόνοι
α
τις
διχόνοι
ες
κλητική
διχόνοι
α
διχόνοι
ες
Κατηγορία
όπως «
θάλασσα
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
διχόνοια
<
αρχαία ελληνική
διχόνοια
<
δίχα
(<
δίς
) +
νόος
/
νοῦς
Ουσιαστικό
επεξεργασία
διχόνοια
θηλυκό
η
διάσταση
απόψεων ή συμφερόντων που υπάρχει ανάμεσα σε δύο μέρη και η συνακόλουθη
διχογνωμία
και
εχθρότητα
που προκύπτει απ’ αυτή
Συνώνυμα
επεξεργασία
διχασμός
διχοστασία
εχθρότητα
Αντώνυμα
επεξεργασία
ενότητα
ομόνοια
Παροιμίες
επεξεργασία
H
ομόνοια
χτίζει σπίτια κι η
διχόνοια
τα γκρεμίζει
Μεταφράσεις
επεξεργασία
διχόνοια
αγγλικά
:
discord
(en)
γαλλικά
:
discorde
(fr)