Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
δισέλιδος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Συγγενικά
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
δισέλιδ
ος
η
δισέλιδ
η
το
δισέλιδ
ο
γενική
του
δισέλιδ
ου
της
δισέλιδ
ης
του
δισέλιδ
ου
αιτιατική
τον
δισέλιδ
ο
τη
δισέλιδ
η
το
δισέλιδ
ο
κλητική
δισέλιδ
ε
δισέλιδ
η
δισέλιδ
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
δισέλιδ
οι
οι
δισέλιδ
ες
τα
δισέλιδ
α
γενική
των
δισέλιδ
ων
των
δισέλιδ
ων
των
δισέλιδ
ων
αιτιατική
τους
δισέλιδ
ους
τις
δισέλιδ
ες
τα
δισέλιδ
α
κλητική
δισέλιδ
οι
δισέλιδ
ες
δισέλιδ
α
Κατηγορία
όπως «
όμορφος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
δισέλιδος
<
δις
δι-
+
-σέλιδος
,
μεταφραστικό δάνειο
από
τη γερμανική
zweiseitig
Επίθετο
επεξεργασία
δισέλιδος
που η έκτασή του είναι
δύο
σελίδες
ή αποτελείται από
δύο
σελίδες
Συγγενικά
επεξεργασία
→
δείτε
τις λέξεις
δύο
και
σελίδα
Μεταφράσεις
επεξεργασία
δισέλιδος
γερμανικά
:
zweiseitig
(de)