διαπνευστικός
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ði̯a.pnef.stiˈkos/ & /ðʝa.pnef.stiˈkos/
Επίθετο
επεξεργασίαδιαπνευστικός
Συγγενικά
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία διαπνευστικός
|
διαπνευστικός
|