διαμάντινος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- διαμάντινος < μεσαιωνική ελληνική διαμάντινος < διαμάντι + -ινος
Επίθετο
επεξεργασίαδιαμάντινος
Συγγενικά
επεξεργασία- → δείτε τη λέξη διαμάντι
Δείτε επίσης
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία διαμάντινος
|