Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το δημωνύμιο τα δημωνύμια
      γενική του δημωνύμιου
δημωνυμίου
των δημωνύμιων
δημωνυμίων
    αιτιατική το δημωνύμιο τα δημωνύμια
     κλητική δημωνύμιο δημωνύμια
Οι δεύτεροι τύποι, παλιότεροι, λόγιοι.
Κατηγορία όπως «βούτυρο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

δημωνύμιο < λόγιο ενδογενές δάνειο: αγγλική demonym < αρχαία ελληνική δῆμος + -ωνύμιο (ὄνομα)

  Ουσιαστικό επεξεργασία

δημωνύμιο ουδέτερο

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία