↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο δημοσιοσχεσίτικος η δημοσιοσχεσίτικη το δημοσιοσχεσίτικο
      γενική του δημοσιοσχεσίτικου της δημοσιοσχεσίτικης του δημοσιοσχεσίτικου
    αιτιατική τον δημοσιοσχεσίτικο τη δημοσιοσχεσίτικη το δημοσιοσχεσίτικο
     κλητική δημοσιοσχεσίτικε δημοσιοσχεσίτικη δημοσιοσχεσίτικο
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι δημοσιοσχεσίτικοι οι δημοσιοσχεσίτικες τα δημοσιοσχεσίτικα
      γενική των δημοσιοσχεσίτικων των δημοσιοσχεσίτικων των δημοσιοσχεσίτικων
    αιτιατική τους δημοσιοσχεσίτικους τις δημοσιοσχεσίτικες τα δημοσιοσχεσίτικα
     κλητική δημοσιοσχεσίτικοι δημοσιοσχεσίτικες δημοσιοσχεσίτικα
Κατηγορία όπως «όμορφος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

  Ετυμολογία

επεξεργασία
δημοσιοσχεσίτικος < δημοσιοσχεσίτης + -ικος

  Επίθετο

επεξεργασία

δημοσιοσχεσίτικος

Άλλες μορφές

επεξεργασία

Συγγενικά

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία