Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
βαρβαρικός
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
προσχέδιο λήμματος
: μπορείτε να βοηθήσετε
επεκτείνοντάς το λήμμα
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
βαρβαρικ
ός
η
βαρβαρικ
ή
το
βαρβαρικ
ό
γενική
του
βαρβαρικ
ού
της
βαρβαρικ
ής
του
βαρβαρικ
ού
αιτιατική
τον
βαρβαρικ
ό
τη
βαρβαρικ
ή
το
βαρβαρικ
ό
κλητική
βαρβαρικ
έ
βαρβαρικ
ή
βαρβαρικ
ό
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
βαρβαρικ
οί
οι
βαρβαρικ
ές
τα
βαρβαρικ
ά
γενική
των
βαρβαρικ
ών
των
βαρβαρικ
ών
των
βαρβαρικ
ών
αιτιατική
τους
βαρβαρικ
ούς
τις
βαρβαρικ
ές
τα
βαρβαρικ
ά
κλητική
βαρβαρικ
οί
βαρβαρικ
ές
βαρβαρικ
ά
Κατηγορία
όπως «
καλός
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
βαρβαρικός
<
→
λείπει η ετυμολογία
Επίθετο
επεξεργασία
βαρβαρικός
σχετικός με τους
βαρβάρους
Μεταφράσεις
επεξεργασία
βαρβαρικός
αγγλικά
:
barbaric
(en)
γαλλικά
:
barbare
(fr)