Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ασχολούμενος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
ασχολούμεν
ος
η
ασχολούμεν
η
το
ασχολούμεν
ο
γενική
του
ασχολούμεν
ου
της
ασχολούμεν
ης
του
ασχολούμεν
ου
αιτιατική
τον
ασχολούμεν
ο
την
ασχολούμεν
η
το
ασχολούμεν
ο
κλητική
ασχολούμεν
ε
ασχολούμεν
η
ασχολούμεν
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
ασχολούμεν
οι
οι
ασχολούμεν
ες
τα
ασχολούμεν
α
γενική
των
ασχολούμεν
ων
των
ασχολούμεν
ων
των
ασχολούμεν
ων
αιτιατική
τους
ασχολούμεν
ους
τις
ασχολούμεν
ες
τα
ασχολούμεν
α
κλητική
ασχολούμεν
οι
ασχολούμεν
ες
ασχολούμεν
α
ομάδα 'εισαγόμενος'
,
Κατηγορία
όπως «
εισαγόμενος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Μετοχή
επεξεργασία
ασχολούμενος
μετοχή
παθητικού
ενεστώτα
του ρήματος
ασχολούμαι
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ασχολούμενος