Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ασφαλτωμένος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Μετοχή
1.1.1
Κλίση
1.1.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Μετοχή
επεξεργασία
ασφαλτωμένος
μετοχή
παθητικού
παρακειμένου
ασφαλτώνω
Κλίση
επεξεργασία
ασφαλτωμένος
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
ασφαλτωμέν
ος
η
ασφαλτωμέν
η
το
ασφαλτωμέν
ο
γενική
του
ασφαλτωμέν
ου
της
ασφαλτωμέν
ης
του
ασφαλτωμέν
ου
αιτιατική
τον
ασφαλτωμέν
ο
την
ασφαλτωμέν
η
το
ασφαλτωμέν
ο
κλητική
ασφαλτωμέν
ε
ασφαλτωμέν
η
ασφαλτωμέν
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
ασφαλτωμέν
οι
οι
ασφαλτωμέν
ες
τα
ασφαλτωμέν
α
γενική
των
ασφαλτωμέν
ων
των
ασφαλτωμέν
ων
των
ασφαλτωμέν
ων
αιτιατική
τους
ασφαλτωμέν
ους
τις
ασφαλτωμέν
ες
τα
ασφαλτωμέν
α
κλητική
ασφαλτωμέν
οι
ασφαλτωμέν
ες
ασφαλτωμέν
α
Κατηγορία
όπως «
αγαπημένος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ασφαλτωμένος