Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
αρπαγμένος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
αρπαγμέν
ος
η
αρπαγμέν
η
το
αρπαγμέν
ο
γενική
του
αρπαγμέν
ου
της
αρπαγμέν
ης
του
αρπαγμέν
ου
αιτιατική
τον
αρπαγμέν
ο
την
αρπαγμέν
η
το
αρπαγμέν
ο
κλητική
αρπαγμέν
ε
αρπαγμέν
η
αρπαγμέν
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
αρπαγμέν
οι
οι
αρπαγμέν
ες
τα
αρπαγμέν
α
γενική
των
αρπαγμέν
ων
των
αρπαγμέν
ων
των
αρπαγμέν
ων
αιτιατική
τους
αρπαγμέν
ους
τις
αρπαγμέν
ες
τα
αρπαγμέν
α
κλητική
αρπαγμέν
οι
αρπαγμέν
ες
αρπαγμέν
α
Κατηγορία
όπως «
αγαπημένος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Μετοχή
επεξεργασία
αρπαγμένος
μετοχή
παθητικού
παρακειμένου
αρπάζω
Μεταφράσεις
επεξεργασία
αρπαγμένος