αραγωνικός
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- αραγωνικός < Αραγων(ία) + -ικός
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /a.ɾa.ɣo.niˈkos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : α‐ρα‐γω‐νι‐κός
Επίθετο
επεξεργασίααραγωνικός, -η, -ο
Άλλες μορφές
επεξεργασίαΣυγγενικά
επεξεργασία- αραγωνικά (γλώσσα)
Μεταφράσεις
επεξεργασία αραγωνικός
→ δείτε τη λέξη αραγονέζικος |