Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
αποτυπωμένος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Μετοχή
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
αποτυπωμέν
ος
η
αποτυπωμέν
η
το
αποτυπωμέν
ο
γενική
του
αποτυπωμέν
ου
της
αποτυπωμέν
ης
του
αποτυπωμέν
ου
αιτιατική
τον
αποτυπωμέν
ο
την
αποτυπωμέν
η
το
αποτυπωμέν
ο
κλητική
αποτυπωμέν
ε
αποτυπωμέν
η
αποτυπωμέν
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
αποτυπωμέν
οι
οι
αποτυπωμέν
ες
τα
αποτυπωμέν
α
γενική
των
αποτυπωμέν
ων
των
αποτυπωμέν
ων
των
αποτυπωμέν
ων
αιτιατική
τους
αποτυπωμέν
ους
τις
αποτυπωμέν
ες
τα
αποτυπωμέν
α
κλητική
αποτυπωμέν
οι
αποτυπωμέν
ες
αποτυπωμέν
α
Κατηγορία
όπως «
αγαπημένος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
αποτυπωμένος
<
μετοχή
παθητικού
παρακειμένου
αποτυπώνω
Μετοχή
επεξεργασία
αποτυπωμένος, -η, -ο
που έχει
αποτυπωθεί
Μεταφράσεις
επεξεργασία
αποτυπωμένος
γαλλικά
:
imprimé
(fr)