↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο αποδελτιωμένος η αποδελτιωμένη το αποδελτιωμένο
      γενική του αποδελτιωμένου της αποδελτιωμένης του αποδελτιωμένου
    αιτιατική τον αποδελτιωμένο την αποδελτιωμένη το αποδελτιωμένο
     κλητική αποδελτιωμένε αποδελτιωμένη αποδελτιωμένο
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι αποδελτιωμένοι οι αποδελτιωμένες τα αποδελτιωμένα
      γενική των αποδελτιωμένων των αποδελτιωμένων των αποδελτιωμένων
    αιτιατική τους αποδελτιωμένους τις αποδελτιωμένες τα αποδελτιωμένα
     κλητική αποδελτιωμένοι αποδελτιωμένες αποδελτιωμένα
Κατηγορία όπως «αγαπημένος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

  Ετυμολογία

επεξεργασία
αποδελτιωμένος < μετοχή παθητικού παρακειμένου αποδελτιώνω

αποδελτιωμένος, -η, -ο

→ δείτε τη λέξη αποδελτιώνω

  Μεταφράσεις

επεξεργασία