Άνοιγμα κυρίου μενού
Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Είσοδος
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
απλοχεριά
Διαβάστε σε άλλη γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Ελληνικά (el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Συγγενικές λέξεις
1.2.2
Μεταφράσεις
Ελληνικά (el)
Επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
απλοχερι
ά
οι
απλοχερι
ές
γενική
της
απλοχερι
άς
των
απλοχερι
ών
αιτιατική
την
απλοχερι
ά
τις
απλοχερι
ές
κλητική
απλοχερι
ά
απλοχερι
ές
όπως «
καρδιά
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
Επεξεργασία
απλοχεριά
<
μεσαιωνική ελληνική
απλοχεριά
Ουσιαστικό
Επεξεργασία
απλοχεριά
θηλυκό
το να είναι κάποιος
απλοχέρης
, η
ιδιότητα
του
απλοχέρη
(
παρωχημένο
)
χούφτα
,
χεροβολιά
Συγγενικές λέξεις
Επεξεργασία
→
δείτε
τις λέξεις
απλοχέρης
,
απλός
και
χέρι
Μεταφράσεις
Επεξεργασία
απλοχεριά
αγγλικά
:
openhandedness
(en)
(1)