• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Είσοδος
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών

απλοχεριά

  • Διαβάστε σε άλλη γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Συγγενικές λέξεις
      • 1.2.2 Μεταφράσεις

Ελληνικά (el) Επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η απλοχεριά οι απλοχεριές
      γενική της απλοχεριάς των απλοχεριών
    αιτιατική την απλοχεριά τις απλοχεριές
     κλητική απλοχεριά απλοχεριές
όπως «καρδιά» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία Επεξεργασία

απλοχεριά < μεσαιωνική ελληνική απλοχεριά

  ΟυσιαστικόΕπεξεργασία

απλοχεριά θηλυκό

  1. το να είναι κάποιος απλοχέρης, η ιδιότητα του απλοχέρη
  2. (παρωχημένο) χούφτα, χεροβολιά

Συγγενικές λέξειςΕπεξεργασία

  • → δείτε τις λέξεις απλοχέρης, απλός και χέρι

  ΜεταφράσειςΕπεξεργασία

    απλοχεριά
  • αγγλικά : openhandedness (en)(1)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=απλοχεριά&oldid=3654091"
Τελευταία επεξεργασία στις 15 Αυγούστου 2016, στις 06:55

Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
  • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 15 Αυγούστου 2016, στις 06:55.
  • Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την Άδεια Creative Commons Αναφορά Δημιουργού-Παρόμοια Διανομή 3.0· μπορεί να ισχύουν πρόσθετοι όροι. Δείτε τους Όρους Χρήσης για λεπτομέρειες.
  • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
  • Όροι χρήσης
  • Επιφάνεια εργασίας
  • Προγραμματιστές
  • Στατιστικά
  • Δήλωση cookie