απαλόχνουδος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίααπαλόχνουδος, -η, -ο
- (παρωχημένο) (λογοτεχνικό) που είναι φτιαγμένος από απαλά χνούδια
- (παρωχημένο) (λογοτεχνικό) που είναι απαλός σαν χνούδι
Συγγενικά
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία απαλόχνουδος
|