Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
αντιυπερτασικός
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
προσχέδιο λήμματος
: μπορείτε να βοηθήσετε
επεκτείνοντάς το λήμμα
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
αντιυπερτασικ
ός
η
αντιυπερτασικ
ή
το
αντιυπερτασικ
ό
γενική
του
αντιυπερτασικ
ού
της
αντιυπερτασικ
ής
του
αντιυπερτασικ
ού
αιτιατική
τον
αντιυπερτασικ
ό
την
αντιυπερτασικ
ή
το
αντιυπερτασικ
ό
κλητική
αντιυπερτασικ
έ
αντιυπερτασικ
ή
αντιυπερτασικ
ό
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
αντιυπερτασικ
οί
οι
αντιυπερτασικ
ές
τα
αντιυπερτασικ
ά
γενική
των
αντιυπερτασικ
ών
των
αντιυπερτασικ
ών
των
αντιυπερτασικ
ών
αιτιατική
τους
αντιυπερτασικ
ούς
τις
αντιυπερτασικ
ές
τα
αντιυπερτασικ
ά
κλητική
αντιυπερτασικ
οί
αντιυπερτασικ
ές
αντιυπερτασικ
ά
Κατηγορία
όπως «
καλός
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
αντιυπερτασικός
<
αντί
+
υπέρταση
Επίθετο
επεξεργασία
αντιυπερτασικός
που συντελεί στην αντιμετώπιση της
υπέρτασης
, που χαμηλώνει την αρτηριακή
πίεση
Μεταφράσεις
επεξεργασία
αντιυπερτασικός