αντιτουριστικός
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- αντιτουριστικός < αντι- + τουριστικός
Επίθετο επεξεργασία
αντιτουριστικός
Συγγενικά επεξεργασία
- → δείτε τη λέξη τουρισμός
Μεταφράσεις επεξεργασία
αντιτουριστικός
|
αντιτουριστικός
|