Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
αντιπυρηνικός
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
αντιπυρηνικ
ός
η
αντιπυρηνικ
ή
το
αντιπυρηνικ
ό
γενική
του
αντιπυρηνικ
ού
της
αντιπυρηνικ
ής
του
αντιπυρηνικ
ού
αιτιατική
τον
αντιπυρηνικ
ό
την
αντιπυρηνικ
ή
το
αντιπυρηνικ
ό
κλητική
αντιπυρηνικ
έ
αντιπυρηνικ
ή
αντιπυρηνικ
ό
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
αντιπυρηνικ
οί
οι
αντιπυρηνικ
ές
τα
αντιπυρηνικ
ά
γενική
των
αντιπυρηνικ
ών
των
αντιπυρηνικ
ών
των
αντιπυρηνικ
ών
αιτιατική
τους
αντιπυρηνικ
ούς
τις
αντιπυρηνικ
ές
τα
αντιπυρηνικ
ά
κλητική
αντιπυρηνικ
οί
αντιπυρηνικ
ές
αντιπυρηνικ
ά
Κατηγορία
όπως «
καλός
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
αντιπυρηνικός
<
αντι-
+
πυρηνικός
Επίθετο
επεξεργασία
αντιπυρηνικός, -ή, -ό
που αντιτίθεται στη
χρήση
της
πυρηνικής
ενέργειας
Μεταφράσεις
επεξεργασία
αντιπυρηνικός
γαλλικά
:
antinucléaire
(fr)