αντιπροστατευτικός
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- αντιπροστατευτικός < αντι- + προστατευτικός
Επίθετο
επεξεργασίααντιπροστατευτικός, -ή, -ό
- που είναι εναντίον του προστατευτισμού
Συγγενικά
επεξεργασία- → δείτε τις λέξεις προστατευτισμός και προστατεύω
Μεταφράσεις
επεξεργασία αντιπροστατευτικός