Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
αντικατασκοπευτικός
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
αντικατασκοπευτικ
ός
η
αντικατασκοπευτικ
ή
το
αντικατασκοπευτικ
ό
γενική
του
αντικατασκοπευτικ
ού
της
αντικατασκοπευτικ
ής
του
αντικατασκοπευτικ
ού
αιτιατική
τον
αντικατασκοπευτικ
ό
την
αντικατασκοπευτικ
ή
το
αντικατασκοπευτικ
ό
κλητική
αντικατασκοπευτικ
έ
αντικατασκοπευτικ
ή
αντικατασκοπευτικ
ό
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
αντικατασκοπευτικ
οί
οι
αντικατασκοπευτικ
ές
τα
αντικατασκοπευτικ
ά
γενική
των
αντικατασκοπευτικ
ών
των
αντικατασκοπευτικ
ών
των
αντικατασκοπευτικ
ών
αιτιατική
τους
αντικατασκοπευτικ
ούς
τις
αντικατασκοπευτικ
ές
τα
αντικατασκοπευτικ
ά
κλητική
αντικατασκοπευτικ
οί
αντικατασκοπευτικ
ές
αντικατασκοπευτικ
ά
Κατηγορία
όπως «
καλός
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
αντικατασκοπευτικός
<
αντι-
+
κατασκοπευτικός
Επίθετο
επεξεργασία
αντικατασκοπευτικός, -ή, -ό
άλλη μορφή
του
αντικατασκοπικός
Μεταφράσεις
επεξεργασία
αντικατασκοπευτικός
→
δείτε
τη λέξη
αντικατασκοπικός