αντιθεατρικός
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίααντιθεατρικός, -ή, -ό
- που αντιτίθεται στο θέατρο ή δεν κάνει για το θέατρο
Αντώνυμα
επεξεργασίαΣυγγενικά
επεξεργασία- → δείτε τη λέξη θέατρο
Μεταφράσεις
επεξεργασία αντιθεατρικός