Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ανοιχτοχέρικος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Άλλες μορφές
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
ανοιχτοχέρικ
ος
η
ανοιχτοχέρικ
η
το
ανοιχτοχέρικ
ο
γενική
του
ανοιχτοχέρικ
ου
της
ανοιχτοχέρικ
ης
του
ανοιχτοχέρικ
ου
αιτιατική
τον
ανοιχτοχέρικ
ο
την
ανοιχτοχέρικ
η
το
ανοιχτοχέρικ
ο
κλητική
ανοιχτοχέρικ
ε
ανοιχτοχέρικ
η
ανοιχτοχέρικ
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
ανοιχτοχέρικ
οι
οι
ανοιχτοχέρικ
ες
τα
ανοιχτοχέρικ
α
γενική
των
ανοιχτοχέρικ
ων
των
ανοιχτοχέρικ
ων
των
ανοιχτοχέρικ
ων
αιτιατική
τους
ανοιχτοχέρικ
ους
τις
ανοιχτοχέρικ
ες
τα
ανοιχτοχέρικ
α
κλητική
ανοιχτοχέρικ
οι
ανοιχτοχέρικ
ες
ανοιχτοχέρικ
α
Κατηγορία
όπως «
όμορφος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
ανοιχτοχέρικος
<
ανοιχτοχέρης
+
-ικος
Επίθετο
επεξεργασία
ανοιχτοχέρικος, -η, -ο
άλλη γραφή του
ανοιχτοχέρης
Άλλες μορφές
επεξεργασία
ανοιχτόχερος
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ανοιχτοχέρικος
→
δείτε
τη λέξη
ανοιχτοχέρης