ανοιχτοχέρικων
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Κλιτικός τύπος επιθέτου επεξεργασία
ανοιχτοχέρικων
- γενική πληθυντικού, αρσενικού γένους του ανοιχτοχέρικος
- γενική πληθυντικού, θηλυκού γένους του ανοιχτοχέρικος
- γενική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του ανοιχτοχέρικος