• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

ανικανοποίητο

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Άλλες μορφές
      • 1.2.2 Αντώνυμα
      • 1.2.3 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το ανικανοποίητο τα ανικανοποίητα
      γενική του ανικανοποίητου των ανικανοποίητων
    αιτιατική το ανικανοποίητο τα ανικανοποίητα
     κλητική ανικανοποίητο ανικανοποίητα
Κατηγορία όπως «σίδερο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
ανικανοποίητο < ουσιαστικοποιημένο ουδέτερο του επιθέτου ανικανοποίητος

Ουσιαστικό

επεξεργασία

ανικανοποίητο θηλυκό

  • (λόγιο) η έλλειψη ικανοποίησης

Άλλες μορφές

επεξεργασία
  • ανικανοποίηση

Αντώνυμα

επεξεργασία
  • ικανοποίηση

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    ανικανοποίητο
  • → δείτε τη λέξη ανικανοποίηση
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=ανικανοποίητο&oldid=5272826"
Τελευταία επεξεργασία στις 25 Σεπτεμβρίου 2021, στις 07:31

Γλώσσες

      Αυτή η σελίδα δεν είναι διαθέσιμη σε άλλες γλώσσες.

      Βικιλεξικό
      • Wikimedia Foundation
      • Powered by MediaWiki
      • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 25 Σεπτεμβρίου 2021, στις 07:31.
      • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
      • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
      • Σχετικά με Βικιλεξικό
      • Αποποίηση ευθυνών
      • Κώδικας συμπεριφοράς
      • Προγραμματιστές
      • Στατιστικά
      • Δήλωση cookie
      • Όροι χρήσης
      • Επιφάνεια εργασίας