ανατιμολόγηση
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | ανατιμολόγηση | οι | ανατιμολογήσεις |
γενική | της | ανατιμολόγησης | των | ανατιμολογήσεων |
αιτιατική | την | ανατιμολόγηση | τις | ανατιμολογήσεις |
κλητική | ανατιμολόγηση | ανατιμολογήσεις | ||
Η λόγια γενική ενικού σε -εως δε συνηθίζεται σε νεότερες λέξεις. | ||||
Κατηγορία όπως «παγκοσμιοποίηση» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- ανατιμολόγηση < ανατιμολογώ + -ση
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /a.na.ti.moˈlo.ʝi.si/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : α‐να‐τι‐μο‐λό‐γη‐ση
Ουσιαστικό
επεξεργασίαανατιμολόγηση θηλυκό
- (νεολογισμός) η ενέργεια ή το αποτέλεσμα του ανατιμολογώ: η εκ νέου τιμολόγηση
- Στο πλαίσιο της επικείμενης ανατιμολόγησης των φαρμακευτικών προϊόντων (Ιανουαρίου 2015), ενημερώνονται οι Κάτοχοι Αδειών Κυκλοφορίας (ΚΑΚ) αυτών ότι ως συναλλαγματική ισοτιμία και ημερομηνία συλλογής δεδομένων τιμών στα 27 Κράτη Μέλη της ΕΕ ορίζεται η 4-12-2014. (*)
Συγγενικά
επεξεργασία- → δείτε τις λέξεις ανατιμολογώ, ανά, τιμή και λέγω
Μεταφράσεις
επεξεργασία ανατιμολόγηση
|
Πηγές
επεξεργασία- Δελτίο Επιστημονικής Ορολογίας και Νεολογισμών. Ακαδημία Αθηνών. Τεύχος 11, έτος 2012, ISSN: 1106‑8027. Διαθέσιμο pdf στο repository.academyofathens.gr