ανέμι
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | ανέμι | τα | ανέμια |
γενική | του | ανεμιού | των | ανεμιών |
αιτιατική | το | ανέμι | τα | ανέμια |
κλητική | ανέμι | ανέμια | ||
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση. Συνήθως στον ενικό. | ||||
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
- ανέμι < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική ἀνέμι(ν) < αρχαία ελληνική ἄνεμος
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /aˈne.mi/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : α‐νέ‐μι
- ομόηχο: ανέμη (θηλυκό)
Ουσιαστικό επεξεργασία
ανέμι ουδέτερο
Σύνθετα επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
ανέμι
→ δείτε τη λέξη άνεμος |
Πηγές επεξεργασία
- ανέμι - Γεωργακάς, Δημήτριος. A Modern Greek-English Dictionary [Ελληνοαγγλικό λεξικό] (μόνο το γράμμα α) - Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
- λήγουν σε -ανέμι - Αναστασιάδη-Συμεωνίδη, Άννα (2003) Αντίστροφο λεξικό της νέας ελληνικής Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες)