ἀνέμι
Ετυμολογία
επεξεργασία- ἀνέμι < ἄνεμ(ος) + -ι
- ΑΠΟΓΟΝΟΙ: ⇒ νέα ελληνικά: ανέμι
Ουσιαστικό
επεξεργασίαἀνέμι ουδέτερο
Πηγές
επεξεργασία- σελ.182, Τόμος 2 - Κριαράς, Εμμανουήλ. Λεξικό της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669). Τόμοι Α'-ΙΗ'. (Τόμοι ΙΕ'-ΙΗ' επιμ. Ιωάννης Ν. Καζάζης) πολυτονικό σύστημα: τόμοι 1-5, μεταγραφή σε μονοτονικό: τόμοι 6-τέλος], pdf.Βιβλιογραφία. Άπαντα Εμμανουήλ Κριαρά στην Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας.