Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ανέλπιδος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
ανέλπιδ
ος
η
ανέλπιδ
η
το
ανέλπιδ
ο
γενική
του
ανέλπιδ
ου
της
ανέλπιδ
ης
του
ανέλπιδ
ου
αιτιατική
τον
ανέλπιδ
ο
την
ανέλπιδ
η
το
ανέλπιδ
ο
κλητική
ανέλπιδ
ε
ανέλπιδ
η
ανέλπιδ
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
ανέλπιδ
οι
οι
ανέλπιδ
ες
τα
ανέλπιδ
α
γενική
των
ανέλπιδ
ων
των
ανέλπιδ
ων
των
ανέλπιδ
ων
αιτιατική
τους
ανέλπιδ
ους
τις
ανέλπιδ
ες
τα
ανέλπιδ
α
κλητική
ανέλπιδ
οι
ανέλπιδ
ες
ανέλπιδ
α
Κατηγορία
όπως «
όμορφος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
ανέλπιδος
<
α-
στερητικό +
ελπίδα
Επίθετο
επεξεργασία
ανέλπιδος
χωρίς ελπίδα
ανέλπιστος
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ανέλπιδος
αγγλικά
:
hopeless
(en)