αμφιμονοσήμαντος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίααμφιμονοσήμαντος, -η, -ο
- (μαθηματικά, γλωσσολογία) του οποίου τα στοιχεία αντιστοιχούν, το καθένα, μόνο με ένα στοιχείο άλλου συνόλου και αντίστροφα
αμφιμονοσήμαντος, -η, -ο