↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο αμφιμονοσήμαντος η αμφιμονοσήμαντη το αμφιμονοσήμαντο
      γενική του αμφιμονοσήμαντου της αμφιμονοσήμαντης του αμφιμονοσήμαντου
    αιτιατική τον αμφιμονοσήμαντο την αμφιμονοσήμαντη το αμφιμονοσήμαντο
     κλητική αμφιμονοσήμαντε αμφιμονοσήμαντη αμφιμονοσήμαντο
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι αμφιμονοσήμαντοι οι αμφιμονοσήμαντες τα αμφιμονοσήμαντα
      γενική των αμφιμονοσήμαντων των αμφιμονοσήμαντων των αμφιμονοσήμαντων
    αιτιατική τους αμφιμονοσήμαντους τις αμφιμονοσήμαντες τα αμφιμονοσήμαντα
     κλητική αμφιμονοσήμαντοι αμφιμονοσήμαντες αμφιμονοσήμαντα
Κατηγορία όπως «όμορφος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

  Ετυμολογία

επεξεργασία
αμφιμονοσήμαντος < αμφί + μόνος + σημαίνω + -τος

  Επίθετο

επεξεργασία

αμφιμονοσήμαντος, -η, -ο

Συγγενικά

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία