αλλοτριοφαγικός
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- αλλοτριοφαγικός < αλλοτριοφαγία + -ικός
Επίθετο
επεξεργασίααλλοτριοφαγικός, -ή, -ό
- που έχει σχέση με την αλλοτριοφαγία ή αναφέρεται σ’ αυτή
Συγγενικά
επεξεργασία- αλλοτριοφαγία
- αλλοτριοφάγος
- → δείτε τις λέξεις αλλότριος και τρώω
Μεταφράσεις
επεξεργασία αλλοτριοφαγικός
|