ακρυστάλλωτος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- ακρυστάλλωτος < α- + κρυσταλλώνω + -τος
Επίθετο
επεξεργασίαακρυστάλλωτος, -η, -ο
- που δεν έχει κρυσταλλωθεί ή αποκρυσταλλωθεί
Αντώνυμα
επεξεργασίαΣυγγενικά
επεξεργασία- → δείτε τη λέξη κρύσταλλο
Μεταφράσεις
επεξεργασία ακρυστάλλωτος
|