ακροαριστερός
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- ακροαριστερός < → λείπει η ετυμολογία
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /a.kɾo.a.ɾi.steˈɾos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : α‐κρο‐α‐ρι‐στε‐ρός
Επίθετο
επεξεργασίαακροαριστερός, -ή, -ό
- χαρακτηρισμός κάποιου που υποστηρίζει την Αριστερά και του οποίου οι πολιτικές πεποιθήσεις θεωρούνται ακραίες, εξτρεμιστικές
- ⮡ μια άγνωστη έως τώρα ακροαριστερή οργάνωση ανέλαβε την ευθύνη για την χτεσινή τρομοκρατική επίθεση
- που ταιριάζει με τέτοιο άτομο ή με τέτοιες πεποιθήσεις
- ⮡ ακροαριστερή βία
Μεταφράσεις
επεξεργασία ακροαριστερός