ακομπανιαμέντο
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- ακομπανιαμέντο < (άμεσο δάνειο) ιταλική accompagnamento
Προφορά επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
ακομπανιαμέντο ουδέτερο
Συνώνυμα επεξεργασία
Δείτε επίσης επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
ακομπανιαμέντο