Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ακκαδικός
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Προφορά
1.3
Επίθετο
1.3.1
Συγγενικά
1.3.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
ακκαδικ
ός
η
ακκαδικ
ή
το
ακκαδικ
ό
γενική
του
ακκαδικ
ού
της
ακκαδικ
ής
του
ακκαδικ
ού
αιτιατική
τον
ακκαδικ
ό
την
ακκαδικ
ή
το
ακκαδικ
ό
κλητική
ακκαδικ
έ
ακκαδικ
ή
ακκαδικ
ό
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
ακκαδικ
οί
οι
ακκαδικ
ές
τα
ακκαδικ
ά
γενική
των
ακκαδικ
ών
των
ακκαδικ
ών
των
ακκαδικ
ών
αιτιατική
τους
ακκαδικ
ούς
τις
ακκαδικ
ές
τα
ακκαδικ
ά
κλητική
ακκαδικ
οί
ακκαδικ
ές
ακκαδικ
ά
Κατηγορία
όπως «
καλός
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
ακκαδικός
<
Ακκάδ
+
-ικός
Προφορά
επεξεργασία
ΔΦΑ
: /
a.ka.ðiˈkos
/
Επίθετο
επεξεργασία
ακκαδικός, -ή, -ό
που σχετίζεται με τους
Ακκάδιους
ή την
Ακκαδική Αυτοκρατορία
Συγγενικά
επεξεργασία
ακκαδικά
Ακκάδιος
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ακκαδικός
αγγλικά
:
Akkadian
(en)
γαλλικά
:
akkadien
(fr)
γερμανικά
:
akkadisch
(de)