Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
αθέρμαντος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Συνώνυμα
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
αθέρμαντ
ος
η
αθέρμαντ
η
το
αθέρμαντ
ο
γενική
του
αθέρμαντ
ου
της
αθέρμαντ
ης
του
αθέρμαντ
ου
αιτιατική
τον
αθέρμαντ
ο
την
αθέρμαντ
η
το
αθέρμαντ
ο
κλητική
αθέρμαντ
ε
αθέρμαντ
η
αθέρμαντ
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
αθέρμαντ
οι
οι
αθέρμαντ
ες
τα
αθέρμαντ
α
γενική
των
αθέρμαντ
ων
των
αθέρμαντ
ων
των
αθέρμαντ
ων
αιτιατική
τους
αθέρμαντ
ους
τις
αθέρμαντ
ες
τα
αθέρμαντ
α
κλητική
αθέρμαντ
οι
αθέρμαντ
ες
αθέρμαντ
α
Κατηγορία
όπως «
όμορφος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
αθέρμαντος
<
α-
+
θερμαίνω
+
-τος
(ή
α-
+
αρχαία ελληνική
θερμαντός
)
Επίθετο
επεξεργασία
αθέρμαντος
που δεν θερμαίνεται
που δεν μπορεί να θερμανθεί
Συνώνυμα
επεξεργασία
αθέρμαστος
Μεταφράσεις
επεξεργασία
αθέρμαντος
αγγλικά
:
unheated
(en)
,
unwarmed
(en)